Ο Κυρ Πανικός & η Βίβλος των ονείρων, και άλλες ιστορίες

Τρίτη Πρωί, 16 Δεκεμβρίου 1958
…Έγραψα και ξανάγραψα το Johnny Panic και η Βίβλος των Ονείρων και θα αρχίσω να το ταχυδρομώ. Σκέφτομαι ότι είμαι ικανή να αντέξω τις απορρίψεις: ελπίζω μόνο ότι θα λαβαίνω επιστολές με σχόλια. Θέλω να το προωθήσω. Είναι τόσο περίεργο και κατά κάποιο τρόπο ιδιόρρυθμο, που σκέφτομαι ότι ίσως έχει κάποια ελπίδα. Θα το στείλω δέκα φορές πριν μετανιώσω: ως τότε θα έχω γράψει δυο ή τρεις ιστορίες ακόμα…
Ο κόσμος της ποίησης της, ο κόσμος της πρόζας της, των πεζών κειμένων της, δεν είναι ένας κόσμος ψευδαισθήσεων, αλλά ένας κόσμος που δεν καταμαρτυρείται ούτε από τους πιο θαρραλέους. Γι’ αυτό, όταν κανείς πλησιάζει το έργο της Πλαθ, οφείλει να το διαβάσει δυνατά ακολουθώντας το ρυθμό της ίδιας του της αναπνοής. Ν’ αδειάσει παντελώς το είδωλο του κόσμου που κουβαλά. Μόνο τότε θ’ ανακαλύψει έναν κόσμο που εμπεριέχει και ο ίδιος, ταυτόσημο με τον κόσμο της ποιήτριας.

Σε μια συνέντευξη της το 1962 στο BBC σχετικά με τη συγγραφή των πεζών κειμένων της η Σύλβια Πλαθ απάντησε: «Λοιπόν, ανέκαθεν ενδιαφερόμουν για τον πεζό λόγο. Έφηβη, δημοσίευσα μικρές ιστορίες και πάντα ήθελα να γράψω ένα μυθιστόρημα. Τώρα που έφθασα σε μια ικανοποιητική ηλικία, και έχω αποκτήσει εμπειρίες, αισθάνομαι ακόμα περισσότερο ενδιαφέρον για τον πεζό λόγο, για το μυθιστόρημα. Αισθάνομαι ότι σ’ ένα μυθιστόρημα, για παράδειγμα, μπορείς να χωρέσεις όλα τα παρελκόμενα της καθημερινής ζωής, ενώ αυτό είναι δυσκολότερο στην ποίηση. Η ποίηση, αισθάνομαι, είναι μια τέχνη τυραννική, πρέπει να προχωρήσεις τόσο μακριά, τόσο γρήγορα, σ’ έναν τόσο περιορισμένο χώρο, που επιβάλλεται να απομακρύνεις οτιδήποτε μη ουσιαστικό. Κι αυτό μου λείπει! Είμαι γυναίκα, μ’ αρέσει η οικογενειακή εστία, τα ευτελή πράγματα, και βρίσκω ότι στο μυθιστόρημα μπορώ να αδράξω περισσότερη ζωή, ίσως όχι τόσο έντονη ζωή, αλλά σίγουρα περισσότερη, κι έτσι τελικά έχω στρέψει το ενδιαφέρον μου στη συγγραφή μυθιστορήματος.»

17.91

Εξαντλημένο

0027 556 960-8309-25-5