Συμεών Βάλας

Ποιήματα, σημειώσεις και σπαράγματα συνθέτουν την υποβλητικά σκοτεινή γλώσσα του Συμεών Βάλα. Ενός σχεδιάσματος που υποκρίνεται το ποίημα στην ολότητά του ή ενός ποιήματος που επικαλείται τον λόγο στην αποσπασματική εκφορά του.

Άλλωστε, το ποίημα είναι πάντα η φωνή του ποιήματος και η φωνή του Συμεών Βάλα είναι ο ίδιος ο Συμεών Βάλας. Άρνηση ή πίστη, η φωνή του εν λόγω ποιήματος φέρνει τα βήματα του αναγνώστη μπροστά στο άγνωστο πρόσωπο ενός νέου άντρα. Και τότε, ανεβαίνει μέσα του –σαν δράμα– το παρακάτω ερώτημα: Ποιος είναι, τελικά, ο Συμεών Βάλας;

[Αδύτου μηνός. Νύκτα πρώτη.] Ότι αγρυπνούσα ύπνο ερπετό τον πυρετό οφθαλμό κι’ επάνω μου κρεμότανε σπαθί γυμνό στην αιχμηρή του ακινησία. Κι’ αίφνης ο λόγος κραύγασε στήθος ανάσες στη φωνή μου: «Και αν αίμα· και αν όψη· και αν μένος που υπέφερα άνανθο ξύλο τον τροχό κατά τη δαίμονα φορά του, θυμήσου: Αυτός εκδικεί· Αυτός αξιώνει· Αυτός επιβάλλει μια νέα δυναστεία των παθών· σκυφτή, ασάλευτη μορφή, μέσα στην ύστατη παντοδυναμία της, διατάζει: ‘’Έξω, ο λαός σφαδάζει με γλώσσα ικετήρια την πόλη· αφήστε τον να πεθάνει, αφήστε τον να πεθάνει’’».

8.12

Σε απόθεμα (επιπλέον μπορεί να ζητηθεί κατόπιν παραγγελίας)

0173 40 978-960-6781-72-8

Γνωρίστε τον/την συγγραφέα